- γκαζιέρα
- ησυσκευή για μαγείρεμα που λειτουργεί με φωταέριο ή πετρέλαιο.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
γκαζιέρα — η γκαζομηχανή, συσκευή που λειτουργεί με φωταέριο, υγραέριο, βενζίνη ή πετρέλαιο και χρησιμοποιείται για θέρμανση ή για μαγείρεμα. [ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. gaziere] … Dictionary of Greek
γκαζομηχανή — η 1. η γκαζιέρα 2. κινητήρας που λειτουργεί με φωταέριο … Dictionary of Greek